Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2016

Και οι εκρήξεις συνηθίζονται...

Πέρασε καιρός είναι η αλήθεια. Μάλλον πρέπει να συμβεί κάτι κακό για να αποτυπώσω τις σκέψεις στο «χαρτί», αλλά πρέπει να περάσει και λίγη ώρα για να συνειδητοποιήσεις τι έχεις ζήσει, τι τρομακτικό συνέβη λίγα χιλιόμετρα μακριά από σένα. 
Εμείς χθες είπαμε να κατέβουμε κεντρικά. Από το μεσημέρι. Φαγητό στο Καρακόι, μπύρες στη γέφυρα του Γαλατά και μετά ξανά μπύρες, φαγητό μετά ποδοσφαίρου σε pub στο Γκιουλχανέ, δίπλα στην Αγιά Σοφιά. Κι ενώ όλα κυλούσαν ήρεμα με γέλια και χαρές, ζητήσαμε το λογαριασμό για να πάρουμε το δρόμο για το «χωριό», όπου μένουμε. 
Εκείνη την στιγμή ήρθαν τα πρώτα μηνύματα στα κινητά των συναδέλφων του Θεόφιλου, αν άκουσαν τις εκρήξεις, αφού οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, ξένοι δημοσιογράφοι που εργάζονται στο TRT World μένουν κεντρικά (Τζιχάνγκιρ, Ορτάκοϊ, Μπεσίκτας, Μπέγιογλου). 
Όλοι με το κινητό στο χέρι να δούμε τι έγινε. Ήρθαν τα πρώτα tweets με πληροφορίες και τα πρώτα τηλεφωνήματα και μηνύματα από Ελλάδα για το αν είμαστε καλά. Ο ένας ρωτούσε τον άλλο αν ενημέρωσε την οικογένειά του στην Αυστραλία, τη Ρωσία, την Αγγλία και την Ελλάδα. 
Σε εκείνο το σημείο αποφασίσαμε από κοινού ότι είναι καλύτερο να παραμείνουμε εκεί πού ήμασταν και να μην μετακινηθούμε, αφού ακόμα επικρατούσε αναβρασμός στους δρόμους. Μετά το όγδοο σταμάτησα να μετράω το πόσα ασθενοφόρα πέρασαν από μπροστά μας με κατεύθυνση προς το Μπεσίκτας. 
Πέρασε μισή ώρα και το τοπίο είχε ξεκαθαρίσει πλέον. Όλοι ήμασταν κάπως πιο ήρεμοι, εκτός από τον Θεόφιλο που ήταν ήρεμος από την αρχή!!!!!!!!!!! (Τα ίδια μου έκανε και στο πραξικόπημα, το οποίο πρώτα πρέπει να ξεπεράσω ψυχολογικά και μετά να γράψω για αυτό).
Πολλοί ήταν αυτοί που μας είπαν: «Άντε γυρίστε πίσω», «Δεν γίνεται άλλο. Κάθε λίγο και λιγάκι κάτι συμβαίνει». Ναι, έχετε δίκιο. Κάτι συμβαίνει κάθε λίγο και λιγάκι. Αλλά δεν τόσο απλά τα πράγματα. 
Δεν φύγαμε από την Ελλάδα γιατί δεν είχαμε δουλειά, δόξα τω Θεώ είχαμε και οι δύο. Δεν φύγαμε από την Ελλάδα, γιατί δεν μας άρεσε ο τρόπος ζωής ή δεν είχαμε φίλους και οικογένεια. Δεν φύγαμε από την Ελλάδα με ελαφριά την καρδιά. 
Φύγαμε για ένα καλύτερο μέλλον, αφού το μέλλον της Ελλάδας προς το παρόν είναι «παγωμένο». Φύγαμε για τις καλύτερες συνθήκες εργασίας που προσέφεραν στο Θεόφιλο. Φύγαμε, ναι, για καλύτερες οικονομικές απολαβές. Δεν ήρθαμε σε μια παραδεισένια χώρα, αλλά σε μία παραδεισένια Πόλη.
Καταλαβαίνω ότι πολλοί από τους φίλους μας δεν θα το καταλάβουν, γιατί όταν είσαι μακριά όλα μεγαλοποιούνται και εμφανίζονται υπερβολικά. Βέβαια ο θάνατος 38 (μέχρι αυτή τη στιγμή) ανθρώπων και με τέτοιο τρόπο δεν είναι υπερβολή. Είναι μία πραγματικότητα, την οποία όμως καλώς ή κακώς (και προς το κακώς γέρνει η πλάστιγγα) τη συνηθίσαμε. 
Πέρα από τα πρώτα λεπτά που έχεις έναν κόμπο στο λαιμό, μετά όλα κυλούν ομαλώς. Ακόμα και η ζωή στην Πόλη. Όλοι, Τούρκοι και ξένοι, για 3-4 μέρες θα είναι μαζεμένοι και μετά η ζωή θα βρει τους κανονικούς της ρυθμούς!
Όπως είπα και στο φίλο μου τον Παναγιώτη: «Μετά τις 26 ώρες στο Ατατούρκ κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος, τι να μου πουν οι εκρήξεις;» Κι εκείνος απαντησε κι ακόμα γελάω: «Α ρε, μανίτσα. Μας έγινες κομάντο στα 40!» 
Σε αυτό το σημείο να πω ότι δεν είμαι ακόμα 40! 



Σάββατο 19 Μαρτίου 2016

«Να προσέχετε»

Αυτή είναι η έκφραση που ακούμε τον τελευταίο καιρό από φίλους και συγγενείς που μας τηλεφωνούν μετά από κάθε «χτύπημα» στην Τουρκία για να μας ρωτήσουν τι κάνουμε, αν πάθαμε κάτι, τι συμβαίνει.
Λογικό θα πείτε. Η αλήθεια είναι για το χτήπημα στην Ιστικλάλ με ενημέρωσε ο Θεόφιλος που ήταν ήδη στο κανάλι. (Συνήθως η τηλεόραση παραμένει κλειστή μέχρι το απόγευμα, αφού εκτός από σειρές και εκπομπής στιλ «Χρυσό Κουφέτο» δεν έχει κάτι άλλο).
Κι ανοίγω την τηλέοραση και βλέπω ό,τι είδατε κι εσείς προφανώς. Μόνο που σε μένα όλα αυτά τα μέρη είναι η καθημερινότητά μου.
Εκεί όπου αποφάσισε να ανατιναχτεί ο ψυχικά διαταραγμένος κουρδικής ή αραβικής καταγωγής άντρας, πραγματικά ποσώς με ενδιαφέρει αν πίστευε ότι εξαέλωνοντας τον εαυτό του το Κουρδιστάν θα γινόταν αυτόνομο κράτος, ή ότι έκανε το θέλημα του Αλλάχ και θα γινόταν μάρτυρας, είναι το μέρος που περπατάω και περνάω σχεδόν τις μισές μέρες της εβδομάδας.
Σχεδόν μπροστά από το Σισμανόγλειο Μέγαρο του Προξενείου μας στην Κωνσταντινούπολη, όπου γίνονται όλες οι πολιτιστικές εκδηλώσεις. 100 μέτρα από την τράπεζα που πάω και βγάζω χρήματα, ενώ λίγο πιο κάτω είναι και το μαγειριό που πάμε και τρώμε τα μεσημέρια.
Είναι η πρώτη φορά που αναστατώθηκα τόσο, γιατί σκέφτηκα ότι αν ήταν κάποια καθημερινή μπορεί να ήμουν κι εγώ εκεί, περπατώντας αμέριμνη όχι σε έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της Κωνσταντινούπολης, στον ΠΙΟ πολυσύχναστο.
Στον δρόμο που ακόμα κι αν δεν έχεις αγοραφοβία, σε ώρες αιχμής την αποκτάς.
Χιλιάδες κόσμος πάει πάνω κάτω. Χιλιάδες μαγαζιά, εστιατόρια, ενώ βρίσκεται μερικές δεκάδες μέτρα από την πλατεία Ταξίμ, όπως το δικό μας Σύνταγμα.
Η έκρηξη στην πλατεία Σουλταναχμέτ δεν με τρόμαξε τόσο. Ίσως γιατί δεν είναι ένα μέρος που συχνάζω. Ωστόσο με έκανε να είμαι καχύποπτη στο μετρό, στο λεωφορείο, στο δρόμο. Να κοιτάζω τους διπλανούς μου με βλέμμα-ακτινογραφίας. Στην αρχή πιο εντόνα, αλλά με τον καιρό καταλάγιασε.
Όμως για κανέναν ψυχικά διαταραγμένο οποιασδήποτε καταγωγής δεν θα μείνω εγκλωβισμένη στο σπίτι. Μπορεί να αυξήσω τα δικά μου μέτρα ασφαλείας, αλλά δεν θα κάνω αυτό που ίσως επιδιώκουν. Να τρομοκρατηθώ. Και το μετρό θα πάρω, και σε λεωφορείο θα μπω και στην Ιστικλάλ θα ξαναπερπατήσω αμέριμνη. Δεν το παίζω ατρόμητη, αλλά πιστεύω σε αυτό που λένε ότι «Αν είναι να σου τύχει, θα σου τύχει». Κισμέτ που λένε εδώ στην Τουρκία!
Η Κωνσταντινούπολη είναι ωραία πόλη να ζεις. Είναι ωραία πόλη να είσαι τουρίστας. Έχει τόση ιστορία στους δρόμους της, στα σοκάκια της. Αλήθεια την αγαπώ και αισθάνομαι τυχερή που μένω εδώ.